Abreviación στα ελληνικά

Μετάφραση: abreviación, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύνοψη, σύντμηση, συντομογραφία, των ΗΠΑ συντομογραφία, ΗΠΑ συντομογραφία, συντόμευση
Abreviación στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrevadero στα ελληνικά - αυλάκι, σκάφη, γούρνα, σκάφης, χαμηλότερο σημείο
  • abrevar στα ελληνικά - νερό, ύδωρ, ποτίζω, πότισμα, το πότισμα, ποτίσματος, πότισμα των, ...
  • abreviar στα ελληνικά - μικραίνω, κονταίνω, συντομεύω, συγκόπτω, βραχύνω, συντέμνω, συντομεύσει
  • abreviatura στα ελληνικά - συντομογραφία, σύντμηση, των ΗΠΑ συντομογραφία, ΗΠΑ συντομογραφία, συντόμευση
Τυχαίες λέξεις
Abreviación στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύνοψη, σύντμηση, συντομογραφία, των ΗΠΑ συντομογραφία, ΗΠΑ συντομογραφία, συντόμευση