Accidentarse στα ελληνικά
Μετάφραση: accidentarse, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμυδρός, λιποθυμώ, έχουν ένα ατύχημα, έχει ένα ατύχημα, έχετε κάποιο ατύχημα, συμβεί ένα ατύχημα, έχετε ένα ατύχημα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accidental στα ελληνικά - ανεπίσημος, συγκυρία, τύχη, ξέγνοιαστος, πιθανότητα, τυχαίος, ευκαιρία, ...
- accidentalmente στα ελληνικά - λάθος, κατά λάθος, τυχαία
- accidente στα ελληνικά - κραχ, προσκρούω, πέφτω, ατύχημα, πάταγος, ατυχήματος, ατυχημάτων, ...
- accionar στα ελληνικά - χειρονομώ, ωθώ, θέτω σε κίνηση, ενεργοποιούν, Πληκτρολογήστε για, κινητοποίησης
Τυχαίες λέξεις
Accidentarse στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμυδρός, λιποθυμώ, έχουν ένα ατύχημα, έχει ένα ατύχημα, έχετε κάποιο ατύχημα, συμβεί ένα ατύχημα, έχετε ένα ατύχημα
Μεταφράσεις: αμυδρός, λιποθυμώ, έχουν ένα ατύχημα, έχει ένα ατύχημα, έχετε κάποιο ατύχημα, συμβεί ένα ατύχημα, έχετε ένα ατύχημα