Expansivo στα ελληνικά

Μετάφραση: expansivo, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επεκτατικός, επεκτατική, επεκτατικής, επεκτατικές, επεκτατικό
Expansivo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • exorcizar στα ελληνικά - εξορκίζω, ξορκίσει, ξορκίσουν, εξορκίσουν, εξορκίσουμε
  • exornar στα ελληνικά - κοσμώ, καλλωπίζω, λουσάρω, στολίζω
  • expansión στα ελληνικά - μεγέθυνση, εξάπλωση, διαστολή, επέκταση, διεύρυνση, επέκτασης, διαστολής, ...
  • expectación στα ελληνικά - προσδοκία, αναμονή, εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνης, προσδοκίες, την προσδοκία
Τυχαίες λέξεις
Expansivo στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επεκτατικός, επεκτατική, επεκτατικής, επεκτατικές, επεκτατικό