Interdicción στα ελληνικά
Μετάφραση: interdicción, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαγόρευση, απαγόρευσης, απαγορεύσεως, αποτροπής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- intercontinental στα ελληνικά - διηπειρωτικός, διηπειρωτικές, διηπειρωτικό, διηπειρωτικών, διηπειρωτική
- interdependencia στα ελληνικά - αλληλοεξάρτηση, αλληλεξάρτηση, αλληλεξάρτησης, αλληλεξαρτήσεως, την αλληλεξάρτηση
- interesante στα ελληνικά - ενδιαφέρων, ενδιαφέρον, ενδιαφέρουσα, ενδιαφέροντα, ενδιαφέρουσες
- interesar στα ελληνικά - ενδιαφέρον, τόκος, επιτόκιο, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
Τυχαίες λέξεις
Interdicción στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαγόρευση, απαγόρευσης, απαγορεύσεως, αποτροπής
Μεταφράσεις: απαγόρευση, απαγόρευσης, απαγορεύσεως, αποτροπής