Malévolo στα ελληνικά
Μετάφραση: malévolo, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακόβουλος, εμπαθής, μοχθηρός, κακόβουλο, κακόβουλα, κακόβουλες, κακόβουλου, κακόβουλων
Μεταφράσεις
- malversación στα ελληνικά - κατάχρηση, υπεξαίρεση, υπεξαίρεσης, κατάχρησης, καταχρήσεις
- malversar στα ελληνικά - υπεξαιρώ, σφετερίζομαι, καταχρώμαι, καταχρώνται, καταχραστεί, υπεξαιρέσει
- mamar στα ελληνικά - γλείφω, ρουφώ, θηλάζω, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, ...
- mamaíta στα ελληνικά - μούμια, μάνα, μαμά, Η μαμά, Mommy, την Μαμά, Για την Μαμά
Τυχαίες λέξεις
Malévolo στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακόβουλος, εμπαθής, μοχθηρός, κακόβουλο, κακόβουλα, κακόβουλες, κακόβουλου, κακόβουλων
Μεταφράσεις: κακόβουλος, εμπαθής, μοχθηρός, κακόβουλο, κακόβουλα, κακόβουλες, κακόβουλου, κακόβουλων