Pequeño στα ελληνικά

Μετάφραση: pequeño, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μικρός, λίγο, στενός, κοντός, μετριόφρων, σεμνός, μικρό, μικρές, μικρή, μικρά
Pequeño στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pepita στα ελληνικά - κουκούτσι, όγκος χρυσού, ψήγμα, το ψήγμα, ψήγμα χρυσού, βώλος από άργυρο
  • pequeñez στα ελληνικά - μικρότητα, μικρό μέγεθος, μικρού μεγέθους, μικρότητά, λόγω μειωμένων
  • pera στα ελληνικά - αχλάδι, απίδι, αχλαδιού, αχλαδιών, αχλάδια, αχλαδιές
  • peral στα ελληνικά - απίδι, αχλάδι, αχλαδιού, αχλαδιών, αχλάδια, αχλαδιές
Τυχαίες λέξεις
Pequeño στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μικρός, λίγο, στενός, κοντός, μετριόφρων, σεμνός, μικρό, μικρές, μικρή, μικρά