Timón στα ελληνικά

Μετάφραση: timón, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοιάκι, πηδάλιο, τιμόνι, ηνία, επικεφαλής, ηγεσία
Timón στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • afrentar στα ελληνικά - προσβολή, προσβάλλω, προσβάλλει, προσβολή για, πλήγμα, προσβάλλουν
  • aplicar στα ελληνικά - αιτούμαι, στρώνω, βάζω, ξαπλώνω, κοσμικός, εφαρμόζω, χρήση, ...
  • fiasco στα ελληνικά - φιάσκο, φιάσκο του, το φιάσκο, φιάσκο της
  • noción στα ελληνικά - ιδέα, σκεφτόμουν, αντίληψη, σκέψη, νόμιζα, έννοια, έννοιας, ...
Τυχαίες λέξεις
Timón στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοιάκι, πηδάλιο, τιμόνι, ηνία, επικεφαλής, ηγεσία