Avere στα ελληνικά

Μετάφραση: avere, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έχω, έχε, πίστωση, έχουν, έχει, πρέπει, έχετε
Avere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • avaro στα ελληνικά - εννοώ, φιλάργυρος, λαίμαργος, άπληστος, τσιγκούνης, στενός, σημαίνω, ...
  • avena στα ελληνικά - βρώμη, βρόμη, βρώμης, τη βρώμη, βρώμες, βρώμης που
  • aviatore στα ελληνικά - αεροπόρος, αεροπόρο, αεροπόρου, αεροπόρων, aviator
  • avidità στα ελληνικά - απληστία, φιλαργυρία, τσιγκουνιά, βουλιμία, απληστίας, την απληστία, η απληστία, ...
Τυχαίες λέξεις
Avere στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έχω, έχε, πίστωση, έχουν, έχει, πρέπει, έχετε