Delimitare στα ελληνικά
Μετάφραση: delimitare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκιαγραφώ, περιορίζω, οριοθετούν, οριοθετήσει, οριοθέτηση, οριοθετηθεί, προσδιορίσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- deliberazione στα ελληνικά - διευθετώ, λύνω, απόφαση, αποφασιστικότητα, αποφασίζω, σύσκεψη, συζήτηση, ...
- delicato στα ελληνικά - τρυφερός, αίθριος, λεπτός, ψιλή, ευαίσθητος, μαλακός, φίνος, ...
- delinquente στα ελληνικά - εγκληματίας, ένοχος, παραβάτης, παραβατική, παραβατικής, παραβατικές, της παραβατικής
- delinquenziale στα ελληνικά - εγκληματίας, παραβατική, παραβατικής, παραβατικές, της παραβατικής
Τυχαίες λέξεις
Delimitare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκιαγραφώ, περιορίζω, οριοθετούν, οριοθετήσει, οριοθέτηση, οριοθετηθεί, προσδιορίσει
Μεταφράσεις: σκιαγραφώ, περιορίζω, οριοθετούν, οριοθετήσει, οριοθέτηση, οριοθετηθεί, προσδιορίσει