Ispupčenost στα ελληνικά

Μετάφραση: ispupčenost, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρήξιμο, φλεγμονή, κυρτός, κυρτή, κυρτό, κυρτού, κυρτά
Ispupčenost στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ispupčen στα ελληνικά - διογκώνοντας, διόγκωση, εξογκώματος, διόγκωσης, εξογκωμένο
  • ispupčenje στα ελληνικά - ευδιάκριτος, διαπρεπής, διακεκριμένος, προεξοχή, φουσκώνω, διόγκωση, εξόγκωμα, ...
  • ispust στα ελληνικά - μύτη, αγανάκτηση, κατακραυγή, έξοδος, εξόδου, έξοδο, πρίζα, ...
  • ispustiti στα ελληνικά - σταγόνα, παραλείπω, ρανίδα, αποβάλλω, μειώνομαι, δεσποινίς, αστοχώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Ispupčenost στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρήξιμο, φλεγμονή, κυρτός, κυρτή, κυρτό, κυρτού, κυρτά