Okno στα ελληνικά
Μετάφραση: okno, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάκκος, ορυχείο, άξονας, παράθυρο, τζάμι, τμήμα του παραθύρου, τμήμα παραθύρου, τμήμα
Μεταφράσεις
- oklijevati στα ελληνικά - καθυστερώ, επιμένω, βραδυπορώ, διστάζω, διστάσετε, διστάσει, διστάζουν, ...
- oklop στα ελληνικά - πανοπλία, κέλυφος, καβούκι, οβίδα, ιπποσκευή, θωράκιση, πανοπλίας, ...
- oko στα ελληνικά - οφθαλμός, μάτι, γύρω, προς, περίπου, δίχτυ, ζεύξη, ...
- okolica στα ελληνικά - περίχωρα, γύρω, περιβάλλον, γύρω περιοχή, περιβάλλοντα χώρο
Τυχαίες λέξεις
Okno στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάκκος, ορυχείο, άξονας, παράθυρο, τζάμι, τμήμα του παραθύρου, τμήμα παραθύρου, τμήμα
Μεταφράσεις: λάκκος, ορυχείο, άξονας, παράθυρο, τζάμι, τμήμα του παραθύρου, τμήμα παραθύρου, τμήμα