Povećati στα ελληνικά

Μετάφραση: povećati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεγαλοποιώ, αναστηλώνω, βελτιώνω, υψώνω, ανατρέφω, σηκώνω, μεγεθύνω, αύξηση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Povećati στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bitnost στα ελληνικά - ουσία, οντότητα, μυελός, ουσιαστικότητα, essentiality, βασικό χαρακτήρα, βασικό χαρακτήρα των
  • djelima στα ελληνικά - έργα, έργων, τα έργα, εργασίες, εργασιών
  • dovitljiv στα ελληνικά - τετραπέρατος, ανήσυχος, πανέξυπνος, επινοητικός, έχων ετοιμότητα πνεύματος, έξυπνος, το έξυπνο
  • oštroumlje στα ελληνικά - οξύνοια, δαιμόνιο, οξυδέρκεια, διορατικότητα, βαθμό αντίληψης
Τυχαίες λέξεις
Povećati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεγαλοποιώ, αναστηλώνω, βελτιώνω, υψώνω, ανατρέφω, σηκώνω, μεγεθύνω, αύξηση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει