Slična στα ελληνικά
Μετάφραση: slična, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρέσω, όπως, συμπαθώ, σαν, παρόμοιος, παρόμοια, παρόμοιες, παρόμοιο, παρόμοιων
Μεταφράσεις
- denaturirati στα ελληνικά - μετουσίωση, μετουσιώσει, μετουσιώνει, μετουσιώνουν, να μετουσιώσει
- dopuštenje στα ελληνικά - επίδομα, επιχορήγηση, άδεια, την άδεια, άδειας, άδειά, την άδειά
- kopile στα ελληνικά - μπάσταρδος, νόθος, κάθαρμα, νόθο, μπάσταρδο
- krvarenje στα ελληνικά - αιμορραγία, αιμορραγίας, αφαίμαξη, η αιμορραγία, αιμορραγίες
Τυχαίες λέξεις
Slična στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρέσω, όπως, συμπαθώ, σαν, παρόμοιος, παρόμοια, παρόμοιες, παρόμοιο, παρόμοιων
Μεταφράσεις: αρέσω, όπως, συμπαθώ, σαν, παρόμοιος, παρόμοια, παρόμοιες, παρόμοιο, παρόμοιων