Kur στα ελληνικά

Μετάφραση: kur, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
που, όπου, όταν, εφόσον
Kur στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kupols στα ελληνικά - αψίδα, τρούλος, καμάρα, θόλος, θόλο, θόλου, τρούλο
  • kupris στα ελληνικά - κύρτωμα, καρούμπαλο, καμπούρα, φλεγμονή, διογκώνω, πρήξιμο, κραδασμός, ...
  • kuram στα ελληνικά - ποιόν, οποίους, οποίο, τους οποίους, οποίων
  • kurināmais στα ελληνικά - καύσιμο, τροφοδοτώ, καύσιμα, καυσίμου, καυσίμων, των καυσίμων
Τυχαίες λέξεις
Kur στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: που, όπου, όταν, εφόσον