Λέξη: βαρύς

Σχετικές λέξεις: βαρύς

βαρύσ συνώνυμα, βαρύς υποθυρεοειδισμός, βαρύς χειμώνας 2014, βαρύς καφές, βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις όμως για λίγη περηφάνια το άξιζε, βαρύς σκελετός, βαρύς γλυκός και μερακλής, βαθύς ύπνος, βαρύς χειμώνας, βαρύς κλίση

Συνώνυμα: βαρύς

νωθρός, εύρωστος, χονδρός, ισχυρός, μολύβδινος, ανιαρός, δύσπεπτος, δύσκολος, αδέξιος, ογκώδης, συμπαγής, βαρυσήμαντος, φορτικός, δυσμετακίνητος, μπελαλήδικος, έγκυος, σημαίνων, πλήρης, σκυθρωπός, σοβαρός, πλήρης ύδατος

Μεταφράσεις: βαρύς

βαρύς στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
heavy, onerous, waterlogged, saturnine, logy, stodgy

βαρύς στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
grave, pesado, torpe, trabajoso, penoso, grueso, pesada, pesados, fuerte, pesadas

βαρύς στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heftig, korpulent, schwerfällig, schwanger, lästig, trächtig, ernst, mühsam, stark, klangvoll, beleibt, schwer, beschwerlich, schweren, schwere

βαρύς στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
consistant, exubérant, dur, lourd, malaisé, laborieux, épais, riche, plantureux, abondant, sonore, véhément, onéreux, dru, ardu, suant, lourde, lourds, lourdes, forte

βαρύς στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
veemente, faticoso, intenso, grave, greve, pesante, pesanti, usate, movimento terra, forte

βαρύς στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mil, céu, pesado, oneroso, pesada, pesados, pesadas, forte

βαρύς στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwaar, klankrijk, ernstig, bedenkelijk, stemhebbend, klankvol, drukkend, zware, heavy, van zware, de zware

βαρύς στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
большой, бурный, резонерствующий, весомый, бездеятельный, осовелый, тяжкий, тягостный, высокий, вялый, обременительный, тяжеловесный, слаболетучий, тяжелый, серьезный, трудный, тяжелых, тяжелой, тяжелые, тяжелая

βαρύς στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tung, besværlig, alvorlig, heavy, tunge, bygg, bygg og

βαρύς στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grov, tung, tunga, entreprenad, tungt, Jordbruks

βαρύς στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sikeä, vakava, totinen, törkeä, painava, isotöinen, rasittava, tärkeä, työläs, vaivalloinen, raskas, syvä, raskaan, raskaiden, raskaita, raskasta

βαρύς στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tung, svær, tunge, heavy, tungt, kraftig

βαρύς στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tíživý, obtížný, namáhavý, těžký, hojný, pracný, těžkopádný, veliký, vážný, hustý, prudký, důležitý, perný, těžké, těžkého, těžkých, těžká

βαρύς στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
gruby, ciężki, mocny, wielki, silny, obfity, uciążliwy, intensywny, ciężarny, dotkliwy, maszyny, ciężkie, ciężkiego, ciężkich

βαρύς στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
beborult, nehéz, nagy, súlyos, erős, zajos

βαρύς στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
güç, ağır, zahmetli, tınlayan, ağır bir, agir, şiddetli

βαρύς στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
обтяжливий, важкий, тяжкий, бездіяльний, важка, важку, найважчий

βαρύς στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rëndë, i rëndë, i rënduar, rënda, të rënda

βαρύς στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тежък, тежки, тежка, тежката, тежко

βαρύς στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цяжкі, цяжкая, цяжкую, цяжкае, тяжелый

βαρύς στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
raske, ränk, koormav, turske, raskete, rasked, rasket, raskeid

βαρύς στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
veća, težak, jačih, tegoban, velik, jak, teško, bučne, teškog, teška

βαρύς στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þungur, þungt, mikil, þung, mikið

βαρύς στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
gravis

βαρύς στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sunkus, sunkiųjų, sunkiosios, sunkusis, sunki

βαρύς στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bēdīgs, neveikls, smags, drūms, smaga, smago, smagā, smagās

βαρύς στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тежок, тешки, тешка, тешките, тешката

βαρύς στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
greu, greoi, serios, oneros, agricole, construcții de second, construcții, construcții de

βαρύς στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
težek, težka, težke, težki, težko, heavy

βαρύς στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ťažký, ťažká, ťažké, ťažkú

Στατιστικά δημοτικότητας: βαρύς

Τυχαίες λέξεις