Grėsmė στα ελληνικά

Μετάφραση: grėsmė, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κίνδυνος, απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο
Grėsmė στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • grynas στα ελληνικά - δυνατός, συμπαγής, στερεός, ουσιαστικός, αξιόλογος, καθαρός, καθαρό, ...
  • grynieji στα ελληνικά - χρήματα, μετρητά, εξαργυρώνω, μετρητών, ροών, σε μετρητά, ταμειακών
  • grėsti στα ελληνικά - απειλώ, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει
  • gubernatorius στα ελληνικά - κυβερνήτης, κυβερνήτη, Διοικητή, διοικητής, Governor
Τυχαίες λέξεις
Grėsmė στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κίνδυνος, απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο