Etterpå στα ελληνικά
Μετάφραση: etterpå, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατόπιν, μεταγενέστερα, έπειτα, μετά, στη συνέχεια, συνέχεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- etterligne στα ελληνικά - παριστάνω, παραβγαίνω, μιμούμαι, μίμος, μιμούνται, μιμητικό, μιμικό, ...
- etternavn στα ελληνικά - επίθετο, επώνυμο, το επώνυμο, επώνυμό, επίθετό
- etterretning στα ελληνικά - νέα, ειδήσεις, νοημοσύνη, πληροφοριών, νοημοσύνης, ευφυΐα, τη Νοημοσύνη
- etterse στα ελληνικά - Επίβλεψη, Εποπτεία, Η επίβλεψη, Επίβλεψη της, την επίβλεψη
Τυχαίες λέξεις
Etterpå στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατόπιν, μεταγενέστερα, έπειτα, μετά, στη συνέχεια, συνέχεια
Μεταφράσεις: κατόπιν, μεταγενέστερα, έπειτα, μετά, στη συνέχεια, συνέχεια