Lys στα ελληνικά
Μετάφραση: lys, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλαφυρός, λαγαρός, λαμπερός, φανταστικός, ξανθός, φωτίζω, ζωντανός, σαφής, φωτερός, ανάβω, ευκρινής, έξοχος, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lynsje στα ελληνικά - λυντσάρω, Lynch, λυντσάρει, λιντσαρίσματος, λυντσάρουν
- lyrisk στα ελληνικά - λυρικός, λυρική, λυρικό, λυρικής, λυρικού
- lysbilde στα ελληνικά - γλιστρώ, τσουλήθρα, ολίσθηση, διαφάνεια, slide, διαφανειών
- lyse στα ελληνικά - ξανθός, ανάβω, φωτίζω, φωτερός, φωτεινό, φωτεινά, φωτεινή, ...
Τυχαίες λέξεις
Lys στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλαφυρός, λαγαρός, λαμπερός, φανταστικός, ξανθός, φωτίζω, ζωντανός, σαφής, φωτερός, ανάβω, ευκρινής, έξοχος, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Μεταφράσεις: γλαφυρός, λαγαρός, λαμπερός, φανταστικός, ξανθός, φωτίζω, ζωντανός, σαφής, φωτερός, ανάβω, ευκρινής, έξοχος, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση