Søvn στα ελληνικά

Μετάφραση: søvn, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ύπνος, κοιμάμαι, τσίμπλα, ύπνου, ύπνο, του ύπνου, τον ύπνο
Søvn στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • søster στα ελληνικά - αδελφή, αδερφή, την αδελφή, η αδελφή, αδελφής
  • søt στα ελληνικά - καραμέλα, γλυκός, απαλός, τετραπέρατος, ευγενικός, πράος, πανέξυπνος, ...
  • søvngjenger στα ελληνικά - υπνοβάτης, Sleepwalker, του υπνοβάτη, υπνοβάτη, οι Sleepwalker
  • søvnig στα ελληνικά - νυσταγμένος, μαχμουρλής, υπνηλία, νυσταλέο, υπνηλίας, νυσταλέα
Τυχαίες λέξεις
Søvn στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ύπνος, κοιμάμαι, τσίμπλα, ύπνου, ύπνο, του ύπνου, τον ύπνο