Dochteronderneming στα ελληνικά
Μετάφραση: dochteronderneming, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποβοηθητικός, επικουρικός, θυγατρική, θυγατρικής, επικουρικής, της θυγατρικής, θυγατρική εταιρεία
Μεταφράσεις
- doch στα ελληνικά - όμως, αλλά, αλλά η, αλλά και
- dochter στα ελληνικά - κόρη, κορίτσι, την κόρη, κόρης, η κόρη, της κόρης
- doctor στα ελληνικά - ιατρός, γιατρός, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
- document στα ελληνικά - εφημερίδα, χαρτένιος, χαρτί, έγγραφο, εγγράφου, εγγράφων, το έγγραφο, ...
Τυχαίες λέξεις
Dochteronderneming στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποβοηθητικός, επικουρικός, θυγατρική, θυγατρικής, επικουρικής, της θυγατρικής, θυγατρική εταιρεία
Μεταφράσεις: υποβοηθητικός, επικουρικός, θυγατρική, θυγατρικής, επικουρικής, της θυγατρικής, θυγατρική εταιρεία