Doorklieven στα ελληνικά
Μετάφραση: doorklieven, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεχωριστός, διχάζω, ιδιαίτερος, διχοτομία, διαιρώ, μοιράζω, χωρίζω, μοίρα, χωριστός, άροτρο, αλέτρι, αρότρου, αυλακώσεως, άροτρο με
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- doorhalen στα ελληνικά - ακυρώνω, διαγραφή, διαγράψετε, διαγράψτε, διαγράψει, να διαγράψετε
- doorkijk στα ελληνικά - θέση, προοπτική, άποψη, τοποθετώ, τοποθεσία, προοπτικών, προοπτικές, ...
- doorklinken στα ελληνικά - ηχώ, αντιλαλώ, resound, αντηχούν, ηχήσει, αντηχήσει
- doorkomen στα ελληνικά - πετυχαίνω, επιτυγχάνω, έρχονται μέσα, έρθει μέσα, έρχονται μέσω, έρχονται μέσα από, έρθει μέσω
Τυχαίες λέξεις
Doorklieven στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεχωριστός, διχάζω, ιδιαίτερος, διχοτομία, διαιρώ, μοιράζω, χωρίζω, μοίρα, χωριστός, άροτρο, αλέτρι, αρότρου, αυλακώσεως, άροτρο με
Μεταφράσεις: ξεχωριστός, διχάζω, ιδιαίτερος, διχοτομία, διαιρώ, μοιράζω, χωρίζω, μοίρα, χωριστός, άροτρο, αλέτρι, αρότρου, αυλακώσεως, άροτρο με