Fabriceren στα ελληνικά
Μετάφραση: fabriceren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατασκευάζω, επινοώ, κατασκευή, την κατασκευή, κατασκευάσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fabricage στα ελληνικά - κατασκευή, παραγωγή, παρασκευή, κατασκευής, την κατασκευή
- fabricatie στα ελληνικά - κατασκευή, παραγωγή, παρασκευή, κατασκευής, την κατασκευή
- fabriek στα ελληνικά - φυτό, φυτεύω, εργοστάσιο, εργοστασίου, το εργοστάσιο, εργοστάσιό, εργοστασιακή
- factureren στα ελληνικά - τιμολόγιο, τιμολογίου, τιμολόγιο που, του τιμολογίου, τιμολογίου που
Τυχαίες λέξεις
Fabriceren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατασκευάζω, επινοώ, κατασκευή, την κατασκευή, κατασκευάσει
Μεταφράσεις: κατασκευάζω, επινοώ, κατασκευή, την κατασκευή, κατασκευάσει