Kampplaats στα ελληνικά

Μετάφραση: kampplaats, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρένα, κονίστρα, Arena, σκηνή, στίβο
Kampplaats στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kamperen στα ελληνικά - κατασκήνωση, κάμπινγκ, camping, κατασκήνωσης, το κάμπινγκ
  • kampioen στα ελληνικά - υπερασπιστής, πρωταθλητής, πρωτοπόρος, πρωταθλητή, πρωτοπόρο, πρωταθλήτρια
  • kamrad στα ελληνικά - ταχύτητα, προσαρμόζω, δόντι τροχού, Cog, Cog Δοκιμές, Cog Εργαλεία, Cog Υλικά
  • kamwiel στα ελληνικά - προσαρμόζω, ταχύτητα, οδοντωτό, Cog, Cog Δοκιμές, Cog Εργαλεία, Cog Υλικά
Τυχαίες λέξεις
Kampplaats στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρένα, κονίστρα, Arena, σκηνή, στίβο