Loven στα ελληνικά
Μετάφραση: loven, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκθειάζω, επαινώ, έπαινος, εορτάζω, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου
Μεταφράσεις
- louter στα ελληνικά - ξεστομίζω, ολοκληρώνω, κάμπος, πέλμα, εντελώς, ασυντρόφευτος, ατόφιος, ...
- louteren στα ελληνικά - ραφινάρω, βελτιώνω, καθαρίζω, εκκενώνω, καθαρός, εκκαθαρίζω, καθαρτικό, ...
- loyaal στα ελληνικά - πιστός, πιστοί, πιστούς, πιστή, πιστό
- lucht στα ελληνικά - ατμόσφαιρα, οσμή, μυρωδιά, αέρας, άρωμα, ευωδία, μυρίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Loven στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκθειάζω, επαινώ, έπαινος, εορτάζω, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου
Μεταφράσεις: εκθειάζω, επαινώ, έπαινος, εορτάζω, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου