Oom στα ελληνικά

Μετάφραση: oom, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θείος, θείο, ο θείος, θείου, το θείο
Oom στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ooit στα ελληνικά - ποτέ, Μια φορά κι, κάποτε, φορά κι, Μια φορά και, Μια φορά
  • ook στα ελληνικά - και, επιπλέον, επίσης, παρομοίως, άλλωστε, καθώς, καθώς και, ...
  • oomzegger στα ελληνικά - ανιψιός, ανιψιό, τον ανιψιό, ανηψιό, ο ανιψιός
  • oor στα ελληνικά - αμπάρι, λαβή, κράτημα, μεταχειρίζομαι, κρατώ, χειρίζομαι, πιάνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Oom στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θείος, θείο, ο θείος, θείου, το θείο