Toezicht στα ελληνικά
Μετάφραση: toezicht, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξουσιάζω, έλεγχος, εποπτεία, επίβλεψη, εποπτείας, έλεγχο, επιτήρηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- handschrift στα ελληνικά - γραφικός χαρακτήρας, γράψιμο, χειρογράφου, χειρόγραφου, χειρόγραφα
- madeliefje στα ελληνικά - μαργαρίτα, μαργαρίτας, μαργαριτών, daisy, μαργαρίτες
- mol στα ελληνικά - τυφλοπόντικας, μόλος, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή
- stut στα ελληνικά - στυλοβάτης, υποστήριγμα, βοήθεια, στήριγμα, συμπαράσταση, αλαζονικό, στύλος, ...
Τυχαίες λέξεις
Toezicht στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξουσιάζω, έλεγχος, εποπτεία, επίβλεψη, εποπτείας, έλεγχο, επιτήρηση
Μεταφράσεις: εξουσιάζω, έλεγχος, εποπτεία, επίβλεψη, εποπτείας, έλεγχο, επιτήρηση