Uitraken στα ελληνικά

Μετάφραση: uitraken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λήγω, τελειώνω, τέλος
Uitraken στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • begaafd στα ελληνικά - ταλαντούχος, προικισμένος, προικισμένων, προικισμένα, προικισμένους
  • biscuit στα ελληνικά - μπισκότο, μπισκότου, μπισκότων, μπισκότα, μπισκοτοποιίας
  • paalwerk στα ελληνικά - φράκτης εκ πασσάλων, οχύρωμα εκ πασσάλων, λοφοσειράς, πασσαλώδες, Το τείχος με πασσάλους
  • schuif στα ελληνικά - βαλβίδα, τσουλήθρα, ολίσθηση, διαφάνεια, slide, διαφανειών
Τυχαίες λέξεις
Uitraken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λήγω, τελειώνω, τέλος