Vat στα ελληνικά
Μετάφραση: vat, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρέλι, αγγείο, σκεύος, σκάφος, βαζάκι, πλοίο, το βαρέλι, κύλινδρο, βαρελιού, κάννη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aangeschoten στα ελληνικά - χτυπώ, φτερωτός, τραυματίζω, τραυματισμένος, πληγώνω, πονώ, λαβωμένος, ...
- accusatief στα ελληνικά - αιτιατική, αιτιατικής, στην αιτιατική, την αιτιατική, η αιτιατική
- afspraak στα ελληνικά - ημερομηνία, χουρμάς, συμφωνία, διορισμός, αρραβώνες, ραντεβού, ορισμός, ...
- loeder στα ελληνικά - παλιάνθρωπος, μόρτης, αχρείος, κάθαρμα, αχρείων, καθάρματος
Τυχαίες λέξεις
Vat στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρέλι, αγγείο, σκεύος, σκάφος, βαζάκι, πλοίο, το βαρέλι, κύλινδρο, βαρελιού, κάννη
Μεταφράσεις: βαρέλι, αγγείο, σκεύος, σκάφος, βαζάκι, πλοίο, το βαρέλι, κύλινδρο, βαρελιού, κάννη