Wandelen στα ελληνικά

Μετάφραση: wandelen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σουλατσάρω, σεργιανίζω, να, για, για να, σε, με
Wandelen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • contract στα ελληνικά - προσβάλλομαι, συστέλλομαι, συμβόλαιο, σύμβαση, σύμβασης, συμβάσεως, συμβάσεων
  • legermacht στα ελληνικά - στρατός, στρατό, στρατού, του στρατού, το στρατό
  • mol στα ελληνικά - τυφλοπόντικας, μόλος, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή
  • schreef στα ελληνικά - επενδύω, ράβδωση, γραμμή, παρατάσσω, ρυτίδα, έγραψε, έγραψε τις, ...
Τυχαίες λέξεις
Wandelen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σουλατσάρω, σεργιανίζω, να, για, για να, σε, με