Zoel στα ελληνικά
Μετάφραση: zoel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαλός, ευγενικός, ήπιος, χλιαρός, πράος, βαλσαμώδης, γλυκός, βαλσαμώδες, βαλσαμώδεις, βαλσαμώδη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aanrekenen στα ελληνικά - κατηγορώ, ευθύνη, μομφή, φταίξιμο, υπαιτιότητας
- beschermheilige στα ελληνικά - προστάτης, θαμώνας, προστάτη, πολιούχου, προστάτιδα, πολιούχος
- melodramatisch στα ελληνικά - μελοδραματικός, μελοδραματικό, μελοδραματικές, μελοδραματική, μελοδραματικών
- plegen στα ελληνικά - εξοικειώνω, συνηθίζω, εξοικειώνομαι, διαπράττουν, δεσμευτούν, διαπράξουν, διαπράξει, ...
Τυχαίες λέξεις
Zoel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαλός, ευγενικός, ήπιος, χλιαρός, πράος, βαλσαμώδης, γλυκός, βαλσαμώδες, βαλσαμώδεις, βαλσαμώδη
Μεταφράσεις: απαλός, ευγενικός, ήπιος, χλιαρός, πράος, βαλσαμώδης, γλυκός, βαλσαμώδες, βαλσαμώδεις, βαλσαμώδη