Ülésterem στα ελληνικά

Μετάφραση: ülésterem, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάτωμα, όροφος, σαλόνι, καθιστικό, καθι, καθιστικού
Ülésterem στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bank στα ελληνικά - όχθη, τράπεζα, ανάχωμα, τράπεζας, τραπεζικών, τραπεζικό, τραπεζική
  • csészényi στα ελληνικά - φλυτζάνια, φλιτζάνι, φλιτζανιά
  • felülvizsgálat στα ελληνικά - ανασκόπηση, κριτική, αναθεωρώ, ανασκοπώ, αναθεώρηση, αναθεώρησης, την αναθεώρηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Ülésterem στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάτωμα, όροφος, σαλόνι, καθιστικό, καθι, καθιστικού