Λέξη: χοίρος

Σχετικές λέξεις: χοίρος

χοίρος 26, χοίρος δια χειρός delivery, μαύροσ χοίροσ, χοίρος δια χειρός, εγχώριος χοίρος, οικόσιτοσ χοίροσ, ελληνικός χοίρος, χοίρος βικιλεξικο, χοίρος αρχαία, χοίρος wikipedia

Συνώνυμα: χοίρος

γουρούνι, λαμβάνω υπερβολική μερίδα, χοιρίδιο, γουρουνάκι, ράβδος χυτού μέταλλου, κάπρος, αγριόχοιρος

Μεταφράσεις: χοίρος

χοίρος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hog, boar, pig, swine, pigs, a pig

χοίρος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
verraco, cerdo, chancho, puerco, jabalí, de cerdo, de cerdos, conejillo, conejillo de

χοίρος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schwein, eber, wildschwein, Schwein, Schweine, pig

χοίρος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cochon, verrat, sanglier, pourceau, porc, porcs, porcine, de porc

χοίρος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cinghiale, suino, porco, verro, maiale, pig, di maiale

χοίρος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
porco, animal, suíno, gusa, de porco, de suínos

χοίρος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwijn, varken, varkens, pig, varkens-, varkenshouderij

χοίρος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хряк, вепрь, барашек, боров, свинья, кабан, свиньи, свиней, свинью, поросенок

χοίρος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
villsvin, galte, svin, gris, grisen, pig, grise

χοίρος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
svin, gris, vildsvin, pig

χοίρος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
karju, sika, rohmuta, ahmatti, ahnehtia, villisika, sian, sikojen, pig, sikaa

χοίρος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
svin, orne, gris, grisen, svineproduktion, svine-

χοίρος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vepř, prase, divočák, kanec, vepřového, prasečí, vepřík, pig

χοίρος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
świnia, odyniec, spaczyć, knur, wieprz, przegiąć, tucznik, dzik, pig, wieprzowych, świń

χοίρος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kan, sertés, disznó, sertések, malac, sertés-

χοίρος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
domuz, pik, pig, dökme, domuzu

χοίρος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вепр, свиня, кабан, свинья

χοίρος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
derr, derri, të derr, thi, derrave

χοίρος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
свиня, боров, прасе, свинче, свинско, свинска

χοίρος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сьвiньня, свіння, сьвіньня

χοίρος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kult, utt, aplama, metskult, siga, sea, sigade, sea-, sealiha

χοίρος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vepar, svinja, svinjskog, svinje, prase, sirovog

χοίρος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
svín, Pig, svín sem, svínið

χοίρος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šernas, paršas, kiaulė, kiaulių, kiaulės, kiaulytės, kiauliniai

χοίρος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
cūka, vepris, nekauņa, cūku, Pig, cūkas, cūku audzēšanas

χοίρος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
свинска, свиња, свињи, свинско, свињарски

χοίρος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
porc, de porc, porci, porcine, de porci

χοίρος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kanec, pig, prašič, svinja, prašiča, prašiček

χοίρος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prasa, kanec, ošípaná, ošípanú, ošípaných, prase
Τυχαίες λέξεις