Kapitális στα ελληνικά
Μετάφραση: kapitális, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωτεύουσα, καλύμματα, καπάκια, πώματα, caps, ανώτατα όρια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kapcsolózsinór στα ελληνικά - διακόπτης, διακόπτη, διακ πτη, του διακόπτη, μετάβαση
- kapituláció στα ελληνικά - συνθηκολόγηση, Η συνθηκολόγηση, συνθηκολόγηση που, συνθηκολόγησης, τη συνθηκολόγηση
- kapitány στα ελληνικά - καπετάνιος, καπετάνιο, αρχηγός, πλοίαρχος, κυβερνήτης
- kapkodás στα ελληνικά - σπουδή, ορμή
Τυχαίες λέξεις
Kapitális στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωτεύουσα, καλύμματα, καπάκια, πώματα, caps, ανώτατα όρια
Μεταφράσεις: πρωτεύουσα, καλύμματα, καπάκια, πώματα, caps, ανώτατα όρια