Lakókocsi στα ελληνικά
Μετάφραση: lakókocsi, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νταλίκα, τροχόσπιτο, τροχόσπιτου, καραβάνι, τροχόσπιτα, τροχόσπιτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lakóhely στα ελληνικά - οίκος, σπίτι, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι, σπιτιού
- lakóház στα ελληνικά - οίκος, σπίτι, σπιτιού, το σπίτι, κατοικία, οικία
- lakótér στα ελληνικά - στέγαση, κατάλυμα, ζωτικό χώρο, ζωτικού χώρου, χώρο διαβίωσης, χώρο καθιστικού, χώρου διαβίωσης
- lamentáció στα ελληνικά - μοιρολογώ, οδυρμός, θρηνώ, θρηνεί, εκφράζει τη λύπη, εκφράζει τη λύπη της, θρήνοι, ...
Τυχαίες λέξεις
Lakókocsi στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νταλίκα, τροχόσπιτο, τροχόσπιτου, καραβάνι, τροχόσπιτα, τροχόσπιτων
Μεταφράσεις: νταλίκα, τροχόσπιτο, τροχόσπιτου, καραβάνι, τροχόσπιτα, τροχόσπιτων