Sodró στα ελληνικά

Μετάφραση: sodró, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαρωτικός, σκούπισμα, σαρωτικές, σαρωτική, σάρωσης, εκπληκτική
Sodró στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • folyótorkolat στα ελληνικά - θέμα, τεύχος, φιόρδ, Firth, Φερθ, στενός κόλπος, Firth που βρίσκονται
  • koptatóanyag στα ελληνικά - τραχύς, τραχιά, λειαντικά, λειαντικό, λειαντικών, αποξεστικό
  • közeliség στα ελληνικά - εγγύτητα, εγγύτητας, κοντά, απόσταση, γειτνίαση
  • nyilvánosság στα ελληνικά - κοινός, δημόσιο, κοινό, δημόσια, δημόσιας, δημόσιες
Τυχαίες λέξεις
Sodró στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαρωτικός, σκούπισμα, σαρωτικές, σαρωτική, σάρωσης, εκπληκτική