Анемічний στα ελληνικά
Μετάφραση: анемічний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναιμικός, αναιμικούς, αναιμική, αναιμικά, αναιμικοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- анексія στα ελληνικά - προσάρτηση, προσάρτησης, την προσάρτηση, προσάρτησή, η προσάρτηση
- анемометр στα ελληνικά - ανεμόμετρο, αισθητήρα ανέμου, ανεμομέτρου, ανεμόμετρου, αισθητήρας ανέμου
- анемія στα ελληνικά - αναιμία, αναιμίας, της αναιμίας, αναιμία του, την αναιμία
- анероїд στα ελληνικά - βαρόμετρο άνευ υδραργύρου, ανεροειδή, Πιεσόμετρο, Πιεσόμετρου, Aneroid
Τυχαίες λέξεις
Анемічний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναιμικός, αναιμικούς, αναιμική, αναιμικά, αναιμικοί
Μεταφράσεις: αναιμικός, αναιμικούς, αναιμική, αναιμικά, αναιμικοί