Блимніть στα ελληνικά
Μετάφραση: блимніть, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρεμοφέγγω, μαρμαρυγή, λαμπυρίζω, αναβοσβήνει, ένδειξη αναβοσβήνει, αναβοσβήσει, αναβοσβήνει η, να αναβοσβήνει
Μεταφράσεις
- блимання στα ελληνικά - αναβοσβήνει, αναβοσβήνουν, αναβοσβήσει, να αναβοσβήνει, αρχίσει να αναβοσβήνει
- блимати στα ελληνικά - τρέμω, αναβοσβήνω, τρεμοπαίζω, αναβοσβήνει, αναβοσβήνουν, αναβοσβήσει, να αναβοσβήνει, ...
- блиск στα ελληνικά - λούστρο, ακτινοβόλος, μεταξωτό, γυαλίζω, γυαλάδα, ερμηνεία, αστραφτερός, ...
- блискавиця στα ελληνικά - αφηνιάζω, αστραπή, κεραυνούς, κεραυνό, αστραπές, κεραυνού
Τυχαίες λέξεις
Блимніть στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρεμοφέγγω, μαρμαρυγή, λαμπυρίζω, αναβοσβήνει, ένδειξη αναβοσβήνει, αναβοσβήσει, αναβοσβήνει η, να αναβοσβήνει
Μεταφράσεις: τρεμοφέγγω, μαρμαρυγή, λαμπυρίζω, αναβοσβήνει, ένδειξη αναβοσβήνει, αναβοσβήσει, αναβοσβήνει η, να αναβοσβήνει