Викупати στα ελληνικά

Μετάφραση: викупати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξιλεώνομαι, λούζω, περιλούω, λούομαι, λούω, το μπάνιο
Викупати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • викрійка στα ελληνικά - σχέδιο, πρότυπο, μοτίβο, σχήμα, προτύπου
  • викуп στα ελληνικά - λύτρωση, εξαγορά, εξαγοράς, την εξαγορά, εξαργύρωση
  • викупи στα ελληνικά - εξαργυρώνω, εξαγοράσει, εξαργυρώσετε, εξαργυρώνουν, εξαργυρώσουν
  • вила στα ελληνικά - πιρούνι, πιρουνιού, περόνη, διακλάδωση, πηρούνι
Τυχαίες λέξεις
Викупати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξιλεώνομαι, λούζω, περιλούω, λούομαι, λούω, το μπάνιο