Загально στα ελληνικά
Μετάφραση: загально, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινά, κοινώς, συνήθως, γενικός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- загальне στα ελληνικά - χαρακτηριστικός, γενικός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
- загальний στα ελληνικά - συνολικός, γενικός, σύνολο, ποδιά, ολικός, χαρακτηριστικός, παγκόσμιος, ...
- загальновідомий στα ελληνικά - διαβόητος, περιβόητος, διαβόητη, περιβόητη, περιβόητο
- загальнодоступний στα ελληνικά - δημόσιο, κοινό, δημόσια, δημόσιας, δημόσιες
Τυχαίες λέξεις
Загально στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινά, κοινώς, συνήθως, γενικός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές
Μεταφράσεις: κοινά, κοινώς, συνήθως, γενικός, γενική, γενικό, γενικού, γενικές