Маляр στα ελληνικά

Μετάφραση: маляр, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεχνίτης, καλλιτέχνης, ζωγράφος, ζωγράφου, ζωγράφο
Маляр στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • малюнок στα ελληνικά - πρόσωπο, σχέδιο, αριθμός, σχεδιασμός, εικόνα, εικόνας, φωτογραφία, ...
  • маля στα ελληνικά - μωρό, μωρού, το μωρό, μωρών, του μωρού
  • малятко στα ελληνικά - κουκίδα, φουκαράς, wretch, εξαθλιωμένου, αχρεία, το κάθαρμα
  • малість στα ελληνικά - μικρότητα, μικρό μέγεθος, μικρού μεγέθους, μικρότητά, λόγω μειωμένων
Τυχαίες λέξεις
Маляр στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεχνίτης, καλλιτέχνης, ζωγράφος, ζωγράφου, ζωγράφο