Надзвичайно στα ελληνικά

Μετάφραση: надзвичайно, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαιρετικά, ιδίως, ειδικά, πολύ, ιδιαίτερα, άκρως, υπερβολικά
Надзвичайно στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вигравірувати στα ελληνικά - vyhraviruvaty
  • викрадення στα ελληνικά - νεφρό, κράμβη, βιασμός, απαγωγή, απαγωγής, απαγωγές, την απαγωγή, ...
  • вподобання στα ελληνικά - ουρανίσκος, υπερώα, προτιμήσεις, προτιμήσεων, τις προτιμήσεις, προτιμήσεις που, προτιμήσεις των
  • завитий στα ελληνικά - μάρτιος, βαδίζω, περμανάντ, permed, με περμανάντ, μαλλιά με περμανάντ
Τυχαίες λέξεις
Надзвичайно στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαιρετικά, ιδίως, ειδικά, πολύ, ιδιαίτερα, άκρως, υπερβολικά