Першість στα ελληνικά
Μετάφραση: першість, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπεροχή, πρωτεία, πρωτάθλημα, πρωταθλήματος, Championship, Τσάμπιονσιπ, του πρωταθλήματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вивершений στα ελληνικά - επαληθεύεται, επαληθεύονται, επαληθευτεί, επαλήθευσε, πιστοποιημένους
- зяяння στα ελληνικά - χασμουριέμαι, χάσκω, χαίνω, χασμώμαι
- лабіринти στα ελληνικά - λαβύρινθοι, λαβυρίνθους, λαβύρινθους, λαβυρίνθων, τους λαβυρίνθους
- метан στα ελληνικά - μέθοδος, μεθάνιο, μεθανίου, το μεθάνιο, του μεθανίου, μεθανο
Τυχαίες λέξεις
Першість στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπεροχή, πρωτεία, πρωτάθλημα, πρωταθλήματος, Championship, Τσάμπιονσιπ, του πρωταθλήματος
Μεταφράσεις: υπεροχή, πρωτεία, πρωτάθλημα, πρωταθλήματος, Championship, Τσάμπιονσιπ, του πρωταθλήματος