Подальший στα ελληνικά

Μετάφραση: подальший, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περαιτέρω, μακρύτερος, μεταγενέστερος, παραπέρα, επιπλέον, περισσότερες, την περαιτέρω, ακόμη
Подальший στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аутсайдер στα ελληνικά - ξένος, αουτσάιντερ, ξένο, outsider, παρείσακτη
  • калькуляція στα ελληνικά - λογισμός, υπολογισμό, υπολογισμός, υπολογισμού, τον υπολογισμό, υπολογισμού που
  • кір στα ελληνικά - ιλαρά, ιλαράς, της ιλαράς, η ιλαρά, την ιλαρά
  • м'язистий στα ελληνικά - μυώδης, μυϊκός, μυϊκή, μυϊκής, μυϊκό
Τυχαίες λέξεις
Подальший στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περαιτέρω, μακρύτερος, μεταγενέστερος, παραπέρα, επιπλέον, περισσότερες, την περαιτέρω, ακόμη