Презервативи στα ελληνικά
Μετάφραση: презервативи, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασώζω, διατηρώ, συντηρώ, Προφυλακτικά, προφυλακτικών, Τα προφυλακτικά, προφυλακτικό, προφυλακτικού
Μεταφράσεις
- висилання στα ελληνικά - αποσταλεί, έστειλε, αποστέλλονται, αποστέλλεται, απέστειλε
- відзначати στα ελληνικά - χρονικό, ιστορώ, εορτάζω, σημείωση, σημειώνω, αφηγούμαι, σημάδι, ...
- духмяний στα ελληνικά - άφθονος, γλυκός, ευώδης, μεθύστακας, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ...
- ембріон στα ελληνικά - μικρόβιο, έμβρυο, εμβρύου, εμβρύων, έμβρυα, του εμβρύου
Τυχαίες λέξεις
Презервативи στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασώζω, διατηρώ, συντηρώ, Προφυλακτικά, προφυλακτικών, Τα προφυλακτικά, προφυλακτικό, προφυλακτικού
Μεταφράσεις: διασώζω, διατηρώ, συντηρώ, Προφυλακτικά, προφυλακτικών, Τα προφυλακτικά, προφυλακτικό, προφυλακτικού