Прицільний στα ελληνικά
Μετάφραση: прицільний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στοχεύω, στόχος, με στόχο, με σκοπό, στοχεύοντας, στόχο, αποσκοπούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- всім στα ελληνικά - κάθε, όλα, όλες, όλοι, όλων, όλους
- гать στα ελληνικά - ανάχωμα, φραγμός, φράγμα, Gat, Το Gat, Η GAT, Γκατ, ...
- дівча στα ελληνικά - βράγχιο, κανάτα, μεσοφόρι, τσούλα, πόρνη, παλιοθήλυκο, τσουλί, ...
- лауреат στα ελληνικά - δάφνη, δαφνοστεφής, επιτυχόντα, βραβευμένος, βραβευμένος με, λαυρικό
Τυχαίες λέξεις
Прицільний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στοχεύω, στόχος, με στόχο, με σκοπό, στοχεύοντας, στόχο, αποσκοπούν
Μεταφράσεις: στοχεύω, στόχος, με στόχο, με σκοπό, στοχεύοντας, στόχο, αποσκοπούν