Пушинка στα ελληνικά
Μετάφραση: пушинка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγέλη, συρρέω, κοπάδι, νιφάδα, νιφάδων, νιφάδες, νιφάδας, λεπιδοειδές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- адаптування στα ελληνικά - προσαρμογή, την προσαρμογή, προσαρμογής, για την προσαρμογή, προσαρμογή των
- відзиватися στα ελληνικά - κρένω, μιλώ, ανταποκριθεί, ανταποκρίνονται, ανταποκριθούν, απαντήσει, ανταποκρίνεται
- лиходії στα ελληνικά - κακοποιούς, κακοποιοί, κακοποιών, κακούς, εγκληματίες
- м'якуш στα ελληνικά - κουρκούτι, πολτός, πολτού, πολτό, χαρτοπολτού, πολτούς
Τυχαίες λέξεις
Пушинка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγέλη, συρρέω, κοπάδι, νιφάδα, νιφάδων, νιφάδες, νιφάδας, λεπιδοειδές
Μεταφράσεις: αγέλη, συρρέω, κοπάδι, νιφάδα, νιφάδων, νιφάδες, νιφάδας, λεπιδοειδές