Співачка στα ελληνικά
Μετάφραση: співачка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραγουδίστρια, τραγουδιστής, τραγουδιστή, τραγουδίστριας, τον τραγουδιστή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амброзія στα ελληνικά - αμβροσία, αγριόχορτο, αμβροσίας, αμβροσίας αρτεμισίφυλλου, ragweed
- ефективність στα ελληνικά - αποτελεσματικότητα, κραταιός, αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητας, την αποτελεσματικότητα, αποτελεσματικότητά, της αποτελεσματικότητας
- компенсація στα ελληνικά - σεβασμός, σκέψη, συμψηφισμός, αποζημίωση, χαλινάρι, αποζημίωσης, αντιστάθμιση, ...
- ліниво στα ελληνικά - οκνηρία, οκνηρώς, lazily, νωχελικά, τεμπέλικα
Τυχαίες λέξεις
Співачка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραγουδίστρια, τραγουδιστής, τραγουδιστή, τραγουδίστριας, τον τραγουδιστή
Μεταφράσεις: τραγουδίστρια, τραγουδιστής, τραγουδιστή, τραγουδίστριας, τον τραγουδιστή