Стереотипується στα ελληνικά
Μετάφραση: стереотипується, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινότυπος, stereotypuyetsya
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аукціонний στα ελληνικά - πλειστηριασμός, δημοπρασία, δημοπρασίας, πλειστηριασμού, πλειστηριασμό, δημοπρασιών
- дивізія στα ελληνικά - διαίρεση, μεραρχία, διχασμός, τμήματος, τμήμα, Διεύθυνση, Division
- димчастий στα ελληνικά - φτερό, λασπωτήρας, καπνιστό, καπνιστά, καπνίσει, κάπνιζαν, καπνιστού
- лаконічно στα ελληνικά - λακωνικά, λακωνικώς
Τυχαίες λέξεις
Стереотипується στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινότυπος, stereotypuyetsya
Μεταφράσεις: κοινότυπος, stereotypuyetsya