Фермерський στα ελληνικά
Μετάφραση: фермерський, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγρόκτημα, αγρότης, γεωργός, Farmer, Αγρότες, αγρότη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- брезентовий στα ελληνικά - μουσαμάς, αδιάβροχο, μουσαμά, από μουσαμά, αδιάβροχα
- вихваліть στα ελληνικά - εκθειάζω, vyhvalit
- завийте στα ελληνικά - κατσαρά, τα κατσαρά, τσαλακωμένο, τσαλακωθεί, κατσαρώνουν
- кварта στα ελληνικά - μαχαλάς, τέταρτο, τέταρτο γαλονιού, quart, λίτρο, τέταρτο γαλλονιού, λίτρων
Τυχαίες λέξεις
Фермерський στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγρόκτημα, αγρότης, γεωργός, Farmer, Αγρότες, αγρότη
Μεταφράσεις: αγρόκτημα, αγρότης, γεωργός, Farmer, Αγρότες, αγρότη