Цинічний στα ελληνικά
Μετάφραση: цинічний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξετσίπωτος, ασύστολος, αδιάντροπος, κυνικός, κυνική, κυνικό, κυνικοί, κυνικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- астма στα ελληνικά - άσθμα, άσθματος, το άσθμα, του άσθματος
- вихваляти στα ελληνικά - εκθειάζω, έπαινος, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου
- давній στα ελληνικά - απόμακρος, απομακρυσμένος, περασμένος, γέρικος, παρελθόν, γέρος, παλαιός, ...
- зрощувати στα ελληνικά - μαντήλι, ράτσα, κασκόλ, αναπαράγω, γεννοβολώ, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Цинічний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξετσίπωτος, ασύστολος, αδιάντροπος, κυνικός, κυνική, κυνικό, κυνικοί, κυνικές
Μεταφράσεις: ξετσίπωτος, ασύστολος, αδιάντροπος, κυνικός, κυνική, κυνικό, κυνικοί, κυνικές